Διοκλητιανός

Διοκλητιανός
(Σάλωνα Δαλματίας 243 – 313 μ.Χ.). Ρωμαίος αυτοκράτορας (284-305). Καταγόταν από την Ιλλυρία. Ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας από τον στρατό στη Νικομήδεια, όπου αργότερα έχτισε ανάκτορα και μετέφερε την έδρα του, καθώς θεώρησε πιο πρόσφορο για την απολυταρχική του πολιτική το έδαφος της Ανατολής, έδρας της αντιδραστικής γερουσίας, από τη Ρώμη. Ο Δ. ανέλαβε την εξουσία την εποχή της μεγάλης οικονομικής και κοινωνικής κρίσης και της πολιτικής και στρατιωτικής αναρχίας, όταν το κράτος ήταν έρμαιο στα χέρια του στρατού. Έθεσε ως στόχο του να λύσει τα μεγάλα προβλήματα της αυτοκρατορίας, όπως το πρόβλημα της διαδοχής του αυτοκρατορικού θρόνου που είχε εγκαταλειφθεί στη διάθεση των λεγεώνων, της εξασφάλισης των συνόρων, της αναδιοργάνωσης του διοικητικού και οικονομικού συστήματος. Η εισαγωγή του συστήματος της τετραρχίας, το οποίο θεωρούσε ως το αποτελεσματικότερο για την αντιμετώπιση των εξωτερικών εχθρών αλλά και των εσωτερικών επαναστάσεων, καθιέρωσε την ανάθεση της αυτοκρατορικής εξουσίας σε δύο αυγούστους και δύο καίσαρες που εκλέγονταν από τους αυγούστους και ήταν οι μέλλοντες διάδοχοί τους. Η αυτοκρατορία χωρίστηκε σε δύο μεγαλύτερα και δύο μικρότερα τμήματα, στα oποία είχαν την ευθύνη της διοίκησης και της εποπτείας των συνόρων αντίστοιχα οι δύο αύγουστοι και οι δύο καίσαρες. Ο Δ. ανέλαβε το ανατολικό τμήμα με πρωτεύουσα τη Νικομήδεια, ενώ συγχρόνως διατήρησε το προνόμιο του ανώτατου ρυθμιστή των ζητημάτων της αυτοκρατορίας. Στον καίσαρά του, Γαλέριο, ανέθεσε τη διοίκηση της Πανονίας, με έδρα το Σίρμιο. Το δυτικό τμήμα με πρωτεύουσα το Μιλάνο ανέλαβε ο αύγουστος Μαξιμιανός· στον καίσαρά του, Κωνστάντιο, ανέθεσε τη Γαλατία, με έδρα τους Τρεβήρους. Παράλληλα ο Δ. αναδιοργάνωσε τη διοίκηση. Διαίρεσε την αυτοκρατορία σε δώδεκα διοικήσεις, τις οποίες υποδιαίρεσε σε 101 επαρχίες, αποφεύγοντας έτσι τον κίνδυνο απόκτησης μεγάλης ισχύος από τους υπαλλήλους. Συγχρόνως εγκαινίασε τον διαχωρισμό της πολιτικής από τη στρατιωτική εξουσία, μέτρο που ολοκλήρωσε αργότερα o Μέγας Κωνσταντίνος. Επανέφερε την πειθαρχία στον στρατό, οχύρωσε συστηματικότερα τα σύνορα και αύξησε τον στρατό για την καλύτερη φύλαξή τους. Η αύξηση του στρατού τον ανάγκασε να αυξήσει και τους φόρους, γεγονός που είχε βαρύτερο αντίκτυπο στους αγρότες, η θέση των οποίων επιδεινώθηκε. Για την αντιμετώπιση της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης έλαβε και διάφορα αναγκαστικά μέτρα· για παράδειγμα, επέβαλε στα παιδιά να ακολουθούν το πατρικό επάγγελμα με το διάταγμα περί αναγκαστικών τιμών (de pretiis), όρισε τις ανώτατες τιμές των εμπορευμάτων και τους ανώτατους μισθούς κλπ. Οι απολυταρχικές του αρχές τον ώθησαν στην οργάνωση των συστηματικότερων διωγμών εναντίον των χριστιανών, τους οποίους θεωρούσε διχαστικό και επικίνδυνο στοιχείο για το κράτος. Το 305, συνειδητοποιώντας ίσως ότι τα μέτρα που έλαβε για την αναδιοργάνωση του κράτους δεν οδήγησαν στην πραγματοποίηση των σκοπών του, παραιτήθηκε και υποχρέωσε και τον Μαξιμιανό να κάνει το ίδιο. Αποσύρθηκε στα Σάλωνα της Δαλματίας όπου έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Με το όνομά του συνδέονται, μεταξύ των άλλων, οι θέρμες της Ρώμης (θέρμες του Δ.) και τα ανάκτορα των Σαλώνων (σημερινό Σπλιτ της Κροατίας). Ο Διοκλητιανός σε ρωμαϊκό νόμισμα του 3ου αι. μ.Χ. Οι θέρμες του Διοκλητιανού στη Ρώμη. Το επιβλητικό αυτό συγκρότημα, που χωρούσε πάνω από τρεις χιλιάδες άτομα, εγκαινιάστηκε στις αρχές του 3ου αι. (φωτ. Gilardi).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • τετραρχία — Διοικητικό σύστημα που εφάρμοσε ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Διοκλητιανός (284 305) με αντικειμενικό σκοπό τον ουσιαστικότερο έλεγχο της αυτοκρατορίας, που τον 3o αι. μ.Χ. δοκιμάζεται από οξύτατη οικονομικο κοινωνική και πολιτική κρίση και από… …   Dictionary of Greek

  • Ρώμη — I (Rome). Όνομα δύο πόλεων των Η.Π.Α. 1. Πρωτεύουσα της περιοχής Ονέιντα, της Πολιτείας της Ν. Υόρκης (44 350 κάτ.). Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Μόουχωκ, βορειοδυτικά της Ούτικα. Πρόκειται για βιομηχανικό κέντρο και σιδηροδρομικό κόμβο… …   Dictionary of Greek

  • ρώμη — I (Rome). Όνομα δύο πόλεων των Η.Π.Α. 1. Πρωτεύουσα της περιοχής Ονέιντα, της Πολιτείας της Ν. Υόρκης (44 350 κάτ.). Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Μόουχωκ, βορειοδυτικά της Ούτικα. Πρόκειται για βιομηχανικό κέντρο και σιδηροδρομικό κόμβο… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Ιστορία (Βυζάντιο, Τουρκοκρατία) — ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΧΡΟΝΩΝ Η ιστορία του Βυζαντίου, μακρόχρονη και περιεκτική σε γεγονότα, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Οικοδομημένη πάνω στα θεμέλια ενός οργανωμένου και ισχυρού ρωμαϊκού κράτους, κατέληξε σε μια δομή καθαρά… …   Dictionary of Greek

  • Μαξιμιανός, Μάρκος Αυρήλιος Βαλέριος — (Marcus Aurelius Valerius Maximianus, Σίρμιο, Πανονία, περ. 250 – Μασσαλία 310 μ.Χ.). Ρωμαίος αυτοκράτορας (286 305 μ.Χ.). Προερχόταν από άσημη οικογένεια, όμως διέπρεψε ως στρατιωτικός και το 285 μ.Χ. ονομάστηκε καίσαρας από τον φίλο του… …   Dictionary of Greek

  • απολυταρχία — Πολιτικό σύστημα στο οποίο ο ανώτατος άρχοντας συγκεντρώνει όλες τις εξουσίες και τις ασκεί χωρίς κανέναν περιορισμό. Η θεωρία ότι o μονάρχης αντλεί την εξουσία του από τον Θεό και ότι είναι συνεπώς ανεξέλεγκτος εκπρόσωπός του στη Γη, εμφανίζεται …   Dictionary of Greek

  • διάδημα — Ταινία ή στεφάνι από χρυσό ή άλλο υλικό που τη φορούσαν στο κεφάλι ως κόσμημα ή σύμβολο εξουσίας από την αρχαιότητα. Η προέλευση του δ. είναι αβέβαιη, αλλά είναι γνωστό πως το χρησιμοποίησαν ευρύτατα οι αρχαίοι Έλληνες, προσδίδοντάς του πολιτική… …   Dictionary of Greek

  • επαρχία — (provincia). Ζώνη επιρροής και αρμοδιότητας, στη ρωμαϊκή ιστορία, μέσα στην οποία ασκούσε τις δικαιοδοσίες του ένας δημόσιος λειτουργός· ο πραίτορας της πόλης ήταν υπεύθυνος, παραδείγματος χάριν, για την ε. της πόλης, ο πραίτορας των ξένων για… …   Dictionary of Greek

  • επαρχιά — (provincia). Ζώνη επιρροής και αρμοδιότητας, στη ρωμαϊκή ιστορία, μέσα στην οποία ασκούσε τις δικαιοδοσίες του ένας δημόσιος λειτουργός· ο πραίτορας της πόλης ήταν υπεύθυνος, παραδείγματος χάριν, για την ε. της πόλης, ο πραίτορας των ξένων για… …   Dictionary of Greek

  • θέρμες — Χαρακτηριστικό ρωμαϊκό κτίριο ειδικά κατασκευασμένο για τις εγκαταστάσεις των λουτρών. Χρησίμευε ακόμα και ως τόπος συνάντησης της ρωμαϊκής κοινωνίας. Λουτρά υπήρχαν από τον 5o αι. π.Χ. και στην Ελλάδα (στην Ολυμπία, στη Δήλο κ.α.), όμως ο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”